ακηδία < ελληνιστική κοινή ἀκηδία / ἀκηδεία < ἀκήδεια < αρχαία ελληνική ἀκηδής < ἀ- + κῆδος (φροντίδα)
Πρόκειται για μία αρχαία ελληνική λέξη που δεν χρησιμοποιείται τόσο συχνά πλέον. Ακηδία είναι η αθυμία και η ανορεξία που κυριεύει τον άνθρωπο, καθιστώντας τον απρόθυμο, ή μερικές φορές ακόμη και αδιάφορο για κάθε δράση ή για κάθε πνευματική ενέργεια. Πρόκειται για μία παράλυση, μία οκνηρία η οποία συχνά οδηγεί σε μία απόγνωση, αμέλεια και μικροψυχία.
Σε αυτή την κατάσταση καραντίνας που ζούμε, συχνά μπορεί να νιώθουμε κάπως έτσι.
Αρκετοί, λοιπόν, ίσως ζούμε ανάμεσα στα νέα των ειδήσεων, τα “coctail party” μέσω της πλατφόρμας zoom, και το Netflix. Επηρεαζόμαστε από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης παρόλο που έχουμε ένα σωρό αδιάβαστα βιβλία. Θέλουμε πάντα να βγαίνουμε έξω, αλλά κάπως ποτέ δεν βρίσκουμε τον χρόνο. Είμαστε φοβισμένοι και νιώθουμε ανασφαλείς και βαριόμαστε. Αλλά ποιό ακριβώς είναι το συναίσθημα;
Ο John Cassian, ένας ρασοφόρος θεολόγος έγραψε στις αρχές του 5ου αιώνα για μία αρχαία ελληνική λέξη που περιέγραφε ένα συναίσθημα, την ακηδία.
Ένας νους που τον έχει συνεπάρει αυτό το συναίσθημα είναι τρομοκρατημένος για το που βρίσκεται, δεν μπορεί να συγκεντρωθεί να διαβάσει. Είναι σαν το συναίσθημα μετά από πολλές πολλές ώρες ταξιδιού σε λεωφορείο. Όπου όλο μας το σώμα πονάει και τείνει προς την κίνηση, την όποια κίνηση, και μία τεράστια ανάγκη για χασμουρητό και τέντωμα για να νιώσουμε λίγο πιο άνετα.
Ετυμολογικά η λέξη ακηδία αποτελείται από το πρόθεμα α- και την ελληνική λέξη κήδος που σημαίνει νοιάζομαι, ανησυχώ, ή πενθώ. Ο Cassian ονομάτισε την ακήδια ως «ο μεσημβρινός δαίμονας». Συχνά το περιέγραφε σαν ένα τραίνο σκέψεων. Η λέξη προέκυψε με χωροτακτικούς και κοινωνικούς περιορισμούς αντίστοιχους αυτών που επιβάλλει μία μοναχική μοναστική ζωή. Αυτές οι συνθήκες παράγουν ένα περίεργο συνδυασμό ατονίας, μη προσδιοριζόμενης αναστάτωσης, και ανικανότητας για συγκέντρωση. Όλα αυτά μαζί δημιουργούν το παράδοξο συναίσθημα της ακηδίας.
Αργότερα, όταν μεταφράστηκε στα λατινικά μία λίστα με αμαρτήματα, μας δόθηκε η λίστα με τα επτά θανάσιμα αμαρτήματα, όπου η ακηδία συγχωνεύτηκε στην οκνηρία, μία λέξη που τώρα τη συνδυάζουμε με την βαρεμάρα.
Πρώτη φορά εμφανίστηκε στα αγγλικά γραπτά το 1607, για να περιγράψει μία κατάσταση πνευματικής ατονίας. Σήμερα δεν πολυχρησιμοποιείται αυτή η έκφραση. Η κλινική ψυχολογία έχει αναταξινομήσει τα συναισθήματα και τις ψυχικές καταστάσεις και όροι όπως μελαγχολία ακούγονται αρχαϊκοί και ηθικολόγοι.
Όσο αλλάζουν οι κοινωνίες, τόσο αλλάζουν και τα συναισθήματα. Όχι μόνο η γκάμα των συναισθημάτων που βιώνουμε οι άνθρωποι, αλλά και οι ονομασίες τους. Με την ηθικολογία των θεολόγων, και την επιρροή των μοναχών η ακηδία έχει εξαφανιστεί από το λεξιλόγιό μας. Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, οι αντιδράσεις των κυβερνήσεων είναι να δημιουργήσουν κοινωνικές συνθήκες σαν εκείνες των μοναχών στην έρημο. Μάλλον χωρίς δαίμονες, αλλά με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τα ειδησειογραφικά κανάλια να προσφέρουν ένα σωρό δυσδαιμονικά αλλά και παραπλανητικά κάποιες φορές νέα.
Η κοινωνική αποστασιοποίηση μειώνει τη φυσική επαφή. Οι περιορισμοί κατά τη διάρκεια του lockdown, περιορίζει τη μετακίνηση και το φυσικό χώρο. Με το να εργαζόμαστε από το σπίτι ή με το να χάνουμε εντελώς την εργασία μας, καταλήγουμε αυτό να αποτελεί ρουτίνα ή και συνήθεια. Είναι σημαντικό μερικές φορές να επαναφέρουμε τη λέξη ακήδια στη ζωή μας. Γιατί έτσι μας βοηθάει να διακρίνουμε το σύμπλεγμα των συναισθημάτων που προκαλούνται από την επιβαλλόμενη απομόνωση, τη συνεχή αβεβαιότητα και το σύνολο των κακών ειδήσεων από κλινικούς όρους όπως «κατάθλιψη» ή «άγχος».
- Λέγοντας, «Νιώθω ακήδια» νομιμοποιούμε τα συναισθήματα της αδιαθεσίας και του άγχους ως έγκυρα συναισθήματα στο τρέχον πλαίσιο μας χωρίς να προκαλεί αυτό ενοχή ή ότι οι άλλοι έχουν χειρότερες σκέψεις.
- Τα συναισθήματα που σχετίζονται με τη σωματική απομόνωση επιδεινώνονται από την ίδια τη συναισθηματική απομόνωση, αυτή την τρομερή αίσθηση ότι αυτό το πράγμα που νιώθω είναι η μοναξιά μου. Όταν μια δύσκολη εμπειρία ονοματίζεται, μπορεί να γίνει πιο εύκολη για τον άνθρωπο που τη βιώνει και, τέλος, μπορεί να επικοινωνηθεί καλύτερα και ευκολότερα.
Είναι σημαντικό να μάθουμε να εκφράζουμε μη αναγνωρισμένα συναισθήματα και σκέψεις. Αυτό δημιουργεί ένα ευρύ συναισθηματικό ρεπερτόριο, το οποίο βοηθά στην εσωτερική συναισθηματική ρύθμιση. Το όνομα και η έκφραση της εμπειρίας, μας επιτρέπουν τη διεκδίκηση και την αντιμετώπισή τους.
Επίσης, σημαντική είναι η αυτοφροντίδα μας. Ένα χρήσιμο οδηγό θα βρεις στο Instagram μου.
Είμαι εδώ ό,τι χρειαστείς.
Α.